Εργο του βουλευτή είναι να βουλεύεται, δηλαδή να σκέφτεται και να κρίνει «να διαμείβη γνώμας, να συσκέπτεται μετ’ άλλων (να συνεισφέρει σκέψη, κρίση, άποψη) προς λήψιν αποφάσεως επί τινος ζητήματος ή προς τινα ενέργειαν» (Δημητράκος). Να ελέγχει ο βουλευτής το έργο της κυβέρνησης, αλλά και το έργο της αντιπολίτευσης, να κρίνει τον πολιτικά αντίπαλο ηγέτη, αλλά και τον δικό του αρχηγό, τον πρωτεύθυνο εκφραστή των πολιτικών προτάσεων που οι ψηφοφόροι ανέθεσαν, με σταυρό προτίμησης, στον βουλευτή να τις εκπροσωπεί.
Στα ελλαδικά «κόμματα εξουσίας» σήμερα… οι βουλευτές δεν βουλεύονται, μόνο πειθαρχούν. Επιδίωξη και έγνοια τους δεν είναι να «μετέχουν κρίσεως και αρχής», να έχουν κριτική συμμετοχή στη διακυβέρνηση της χώρας, ενεργό συμβολή στον κοινοβουλευτικό έλεγχο. Εγνοια και επιδίωξη του βουλευτή είναι να αποδείχνεται καθημερινά ένα άβουλο πιόνι στη σκακιέρα του αρχηγού, να αναμηρυκάζει πειθήνια την κομματική «γραμμή», να ψηφίζει κατά την αρχηγική επιταγή, να λιβανίζει σαν υπόχρεως λακές τον αρχηγό του έστω και παταγωδώς αποτυχημένον ή ανίκανον.
Η αμείλικτη τηλεοπτική εικόνα προβάλλει στο πανελλήνιο πρώην και νυν πρωτοκλασάτους υπουργούς, πανεπιστημιακούς το πάλαι καθηγητές, πρώην αρχηγούς κομμάτων (που τόλμησαν να αποσκιρτήσουν, αλλά επανέκαμψαν στο «μαντρί»), τέως και νυν δελφίνους, όλους όρθιους, με διατεταγμένο ενθουσιασμό, να χειροκροτούν θλιβερές φιγούρες δραματικής ανεπάρκειας αρχηγών, αδέξιες, κωμικά επηρμένες μετριότητες με κυρίως προσόν το σαγηνευτικό για τις μάζες οικογενεικό τους όνομα. Δείχνουμε με το δάχτυλο στα παιδιά μας τους χειροκροτητές και προειδοποιούμε: Προσέξτε, μην φτάσετε ποτέ σε τέτοιο κατάντημα ανθρώπου.
Ο βουλευτής «κομμάτων εξουσίας» στην Ελλάδα σήμερα αποδέχεται αυτονόητα, μαζί με το αξίωμα, και τον εξανδραποδισμό του. Απειλείται με αποπομπή από την κοινοβουλευτική ομάδα και διαγραφή από το κόμμα, όχι αν διαφωνήσει με πολιτική απόφαση ή πολιτική άποψη του κόμματός του, αλλά και μόνο αν εκφράσει επιφύλαξη για τα πρόσωπα που επιλέγει να εμπιστευθεί ο αρχηγός του.
Δεν τιμωρείται απλώς η πολιτική διαφωνία, πατάσσεται κάθε αμφισβήτηση, έστω και καθ’ υποψίαν, του αρχηγού. Το μοντέλο είναι ακραιφνώς σταλινικό.
Το ότι ο εκλεγεμένος από τους πολίτες βουλευτής λογαριάζεται μόνο σαν πιόνι, αδιαφοροποίητη αριθμητική μονάδα ή «πόιντ» που διαθέτει ο αρχηγός στο Κοινοβούλιο, αποδείχνεται περίτρανα και από την απροκάλυπτη αξίωση των κομματικών να παραιτείται του βουλευτικού αξιώματος ο βουλευτής που το κόμμα τον διαγράφει επειδή «ασέβησε» στον κομματάρχη. Αυτή και μόνο η αξίωση σηματοδοτεί το τέλος του κοινοβουλευτισμού, τέλος του αντιπροσωπευτικού συστήματος, δηλαδή της δημοκρατίας όπως σήμερα την ασκούμε. Ο βουλευτής δεν αντιπροσωπεύει λαϊκό σώμα, σταυρούς προτίμησης πολιτών, δεν βουλεύεται, δεν κρίνει, δεν έχει ευθύνες αποφάσεων. Ο βουλευτής είναι απρόσωπη ανεύθυνη μονάδα στην καταμέτρηση της δύναμης των κομμάτων. Θα μπορούσε και να μην υπάρχει, οι εκλογές να αποδίδουν στους αρχηγούς όχι βουλευτές αλλά «πόιντς». Και όποιος έχει τα περισσότερα, να πρωθυπουργεύσει σαν ανεξέλεγκτος μονάρχης.
Αυτή την ανενδοίαστη κατάλυση της αντιιπροσωπευτικής δημοκρατίας δεν την επιβάλλει η «σιδηρά πυγμή» χαρισματικών αρχηγών. Την επιβάλλει η εξουσιολαγνεία της αυλής μέτριων έως ολίγιστων ή φανερά ανίκανων κομματαρχών. Μαζί και ο θλιβερός ραγιαδισμός υπουργών, βουλευτών, στελεχών του κόμματος. Μόλις κάποιος τολμήσει κριτική άποψη για επιλογές ή αποφάσεις του αρχηγού, θα σπεύσουν όλοι να τον στιγματίσουν με τον χαρακτηρισμό του «αντάρτη», να τον περιθωριοποιήσουν ανελέητα. Ακόμα και αν ο αμφισβητίας δεν είναι παρά επιπόλαιος φανφαρονίσκος ή ιδιοτελής ματαιόδοξος, η φίμωση ή ο διωγμός του καταλύει τη δημοκρατία, δεν προστατεύει τη σοβαρότητα.
Αν τελικά ο αρχηγός αποπέμψει από την κοινοβουλευτική ομάδα τον τολμητία και τον διαγράψει από το κόμμα, ο ραγιαδισμός εκρήγνυται με «ομοβροντία» χαιρέκακων αγανακτισμένων δηλώσεων συναδέλφων βουλευτών, μειονεκτικών υπουργίσκων, αυλικών Γραμματέων και, κυρίως, όσων έχουν καταστεί κατά καιρούς ύποπτοι για κριτική ευτολμία και έκφραση γνώμης προσωπικής. Ολοι καταδικάζουν μονότροπα και μονότονα τον τολμητία με απόλυτη πιστότητα στο σταλινικό μοντέλο. Και απαιτούν να παραιτηθεί αυτοβούλως από το βουλευτικό του αξίωμα, για να μην χάσει ένα «πόιντ» κοινοβουλευτικής δύναμης το κόμμα, δηλαδή ο ανεξέλεγκτος μονάρχης - αρχηγός.
Ασφαλώς η σταλινοποίηση των «κομμάτων εξουσίας» (τα «κόμματα διαμαρτυρίας» απλώς σεμνύνονται να είναι εκ καταγωγής σταλινικά) επιβάλλεται, σε κάποιο ποσοστό και από τους όρους λειτουργίας της κυρίαρχης «κίτρινης» δημοσιογραφίας, έντυπης και ηλεκτρονικής. Ξέρει καλά ο δημοσιογραφικός αμοραλισμός να κολακεύει τον κρετινισμό της μάζας, εμφανίζοντας σαν πεμπτουσία της πολιτικής διχοστασίες (πραγματικές ή φανταστικές) στο εσωτερικό των κομμάτων, υπονομεύσεις αρχηγών, συντροφικά μαχαιρώματα. Αναπλάθουν την όποια παθολογία του κοινοβουλευτισμού σε τερπνή εικονολογία παλατιανών ραδιουργιών, δολοπλοκιών της αρχηγικής αυλής και της κομματικής καμαρίλας. Ο λαός έχει ξεχάσει ή δεν έμαθε ποτέ τους όρους λειτουργίας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Με κορύφωμα τα «μονοθεματικά» βραδινά Δελτία Ειδήσεων (μεθοδική μετάθεση του λειτουργήματος της πληροφόρησης σε επίπεδο δημοσιογραφικού υποκόσμου) η τηλεόραση υποτάσσει τον κοινοβουλευτισμό στη λογική κουτσομπολιού συνοικιακών κομμωτηρίων.
Κύκλος φαύλος στροβιλώδης: Οποιοσδήποτε πρωθυπουργός, αν ήθελε, μπορούσε να ελέγξει τα κυρίως μαστροπικά κανάλια με ουσιαστικά και επώδυνα πρόστιμα για τις παραβάσεις τους, να τα υποχρεώσει να πειθαρχήσουν στη δεοντολογία του κοινωνικού τους λειτουργήματος. Ομως η πειθάρχηση λειτουργεί αντίστροφα: οι πρωθυπουργοί υποτάσσονται στα κανάλια, τους χαρίζουν τα χρέη, τους επιτρέπουν να νέμονται χωρίς άδεια τις συχνότητες, και από πάνω, να αντιπολιτεύονται με χυδαία δημαγωγία τον πρωθυπουργό που τους χαρίζεται.
Αν τα «κόμματα εξουσίας» είχαν ιδεολογική ραχοκοκαλιά, στόχους κοινωνικούς, στελέχη μαχητικής ανιδιοτέλειας, πρώτοι θα αποβάλλονταν από τον κομματικό οργανισμό οι αποτυχημένοι αρχηγοί. Τώρα οι καθαιρέσεις αρχηγών γίνονται μετά ή μόλις πριν από σίγουρη πανωλεθρία. Γι’ αυτό και κάθε «εν θερμώ» καινούργιος αρχηγός είναι χειρότερος από τον προκάτοχό του.
Σκέψεις που όλοι τις κάνουμε και μερικές φορές φοβόμαστε να ξεστομίσουμε
ΑπάντησηΔιαγραφή